Ο Ιός με την κορώνα (κόρωνο ιός)

τυφωνας

Στα βάθη της ανατολής, εκεί που καίει ο ήλιος
που μυρμηγκιάζουν οι θνητοί, σε κούφιες πολιτείες
και η ζωή αγκομαχά στου Γάγγη τα πλοκάμια
εκεί που σμίγουν τα πουλιά, όταν βοριάς τα ζώνει
γεννήθηκε ο φοβερός, Ιός του Τυφωέα
από τα έγκατα της γης, του ποταμού τα βάθη…
Φθάνει μέχρι τα σύννεφα, έχει εκατό κεφάλια
κάθε κεφάλι και γωνιά, του κόσμου εποπτεύει
με χέρια άλλα εκατό τα σύννεφα αγκαλιάζει…
Τις αλυσίδες έσπασε, το Σινικό το τείχος
δρασκέλισε και χύθηκε στα πέρατα του κόσμου
σπαίρνει τον τρόμο στους θνητούς, τα πάντα εξουσιάζει.
Όλοι της γης οι εκλεκτοί, στρατοί και λεγεώνες
τον πολεμούν νυχθημερόν, μα ως τώρα νικηθήκαν…
Τρέχει ωσάν την αστραπή, και πρόσωπα αλλάζει
με τους ανέμους σύμμαχος, με το σκοτάδι φίλος.
Όσο περνάει ο καιρός ο φόβος μεγαλώνει
και τούτος γιγαντώνεται, ρημάζει πολιτείες.
Κάθε ανάσα του καυτή, φαρμάκι δηλητήριο,
ξεχύνεται απ’ το στόμα του, σε κάθε αναπνοή του.
Κι ο τρόμος μας αγκάλιασε, ο φόβος μας πεδεύει,
στις σκοτεινές μας κάμαρες σαν ποντικούς μας κλείσαν
μουσούδες διαβατήρια, κρύβουν το πρόσωπό μας
γίναν οι φίλοι απειλή, θανάτου αγγελιαφόροι…
Αλάργα κι από μακριά, τώρα θα χαιρετάμε
τους φίλους και τους συγγενείς κι οι αγκαλιές κομμένες…
Ορφάνεψε ο έρωτας, ο γητευτής της νιότης
αυτός που ζούσε με φιλιά, με αγκαλιές και χάδια
τρόμαξε, άνοιξε φτερά, πέρα για άλλους τόπους,
θνητοί από το φόβο τους του έκλεισαν την πόρτα…
Τάκις Τζίβας

Share This:

Αφήστε μια απάντηση

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης. Με τη χρήση της αποδέχεστε αυτόματα την χρήση των cookies. Πληροφορίες

The cookie settings on this website are set to "allow cookies" to give you the best browsing experience possible. If you continue to use this website without changing your cookie settings or you click "Accept" below then you are consenting to this.

Close