‘‘25η ΜΑΡΤΙΟΥ 1821’’ ‘‘Η συμβολή της Εκκλησίας εις την Επανάστασιν του 1821, και η συμμετοχή του Ιερού Κλήρου εις τον Ιερόν Αγώνα’’.

1821

ΛΥΜΠΕΡΟΠΟΥΛΟΣΥπό Αιδεσιμολ. Δημητρίου Λυμπεροπούλου
Εφημερίου Ιερού Ναού Προφήτου Ηλιού Τριπόλεως

Ο καθορισμός της 25ης Μαρτίου δεν είχε προφανώς ιστορικόν αλλά συμβολικόν χαρακτήρα, και προσφυέστατα εζητήθη δι’ αυτού να συμβολισθή ότι και το Έθνος ημέραν του ευαγγελισμού του εορτάζει την ημέρα την οποίαν εορτάζει και η Εκκλησία τον ευαγγελισμόν της Θεοτόκου, και ούτω να διατρανωθή ότι ‘‘Εκκλησία και Έθνος… Σταυρός και Ελλάς είναι η διφυής λατρεία του αναστάντος Γένους’’.
Δ.Σ. Μπαλάνος

25η Μαρτίου 1821.
«Χαρά που το ‘χουν τα βουνά τα κάστρα περηφάνεια,
γιατί γιορτάζει η Παναγιά, γιορτάζει κι η Πατρίδα,
να βλέπεις Διάκους με σπαθιά, παπάδες με τουφέκια,
να βλέπεις και το Γερμανό, της Πάτρας το Δεσπότη,
πως ευλογάει τ’ άρματα, κι εύχεται τους λεβέντες».
Δημοτικό
‘‘Μακάριος ο λαός ο γινώσκων αλλαλαγμόν’’. Χαρά είς τον λαόν όστις γνωρίζει να εορτάζη τα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας τον να μεθύσκεται η ψυχή του από εθνικήν υπερηφάνειαν, να κάμνη άσμα και παιάνα τους ηρωισμούς, και τας θυσίας της φυλής του, να διδάσκει την ανδρείαν και την φιλοπατρίαν των προγόνων, και να φρονιματίζη τας γενεάς αίτινες αναβαίνουν.

Εκατόν εννενήκοντα τρία έτη εφέτος, μετά την Ελληνικήν Επανάστασιν, Εκκλησία και Έθνος εορτάζομεν το μέγιστον τούτο γεγονός.
Ο Ιερός Αγών των Ορθοδόξων Ελλήνων προς αποτίναξιν του οθωμανικού ζυγού, προς ανάκτησιν του μεγίστου αγαθού της ελευθερίας, είναι Αγών κοινός, Αγών της Εκκλησίας και του Έθνους. Εις τον αγώνα εκείνον καθώς επισήμως εκηρύχθη, πρωτοστάτησεν η Εκκλησία και την σημαίαν της Ελευθερίας κράτησαν οι απλοί ιερείς και οι επίσκοποι.
Δεν ήταν επανάστασις κοινωνική, αλλά επανάστασις Εθνική. Κάλλιον ήταν μια ανάστασις του πεσόντος Ελληνικού Γένους, από τον τάφον της δουλείας υπό των Αγαρηνών 400 χρόνων.
Ο Ελληνισμός διετηρήθη και ανέζησεν, εμβολιασθείς εις την καλλιέλαιον Εκκλησίαν. Προς τούτο οφείλομεν ημείς να ομολογήσωμεν, ότι αν είμεθα και σήμερον Έλληνες, το οφείλομεν εις την Ορθόδοξον πίστην μας. Δια της πίστεως αυτής διεσώσαμεν και διατηρήσαμεν την Εθνικήν μας συνείδησιν, την Ελληνικήν μας γλώσσα (την οποίαν σήμερα την κατακρεουργούν ψευτοκουλτου-ριάρηδες καινοτόμοι (μάλλον κενοτόμοι) νεωτερισταί), και γενικώς τον ιδιαίτερον χαρακτήρα της φυλής μας.
Η Ελληνική Ορθόδοξος Εκκλησία, ουδέποτε ηρνήθη να προσφέρει τας υπηρεσίας της εις το Έθνος.
Είναι ιστορική αλήθεια ότι η Εκκλησία είναι η μεγάλη και ιερά σημαία, περί την οποίαν συνέρχεται ο Ελληνισμός. Πολιτικό ανάστημα έχει διακηρύξει: «την Εκκλησίαν μας θέλομεν υψηλά, όπου η συνείδησις του Έθνους μας την ύψωσεν».
Όταν εορτάζομεν την επέτειον της μεγάλης Ελληνικής Επαναστάσεως, δεν φέρομεν εις την μνήμην μας απλώς τα ένδοξα εκείνα γεγονότα, αλλά οφείλομεν να τα κατέχωμεν και να τα ζώμεν.
Τιμώντες τους πρωτεργάτες του Εθνικού εκείνου θαύματος, δεν μας διαλανθάνει ότι ως θαύμα, το γεγονός εκείνο είναι αποτέλεσμα πίστεως εις τον Θεόν.
Οι Πατριάρχαι, οι Επισκόποι, οι απλοί Ιερείς, οι καλόγηροι, οι διδάσκαλοι, οι αρματωλοί, οι κλέφτες, οι οπλαρχηγοί, οι πλοιάρχοι, οι πυρποληταί, όλοι αυτοί που αποτέλεσαν την θείαν παρεμβολήν της παρατάξεως Κυρίου’’, υπήρξαν άνθρωποι της ακραδάντου πίστεως, τους οποίους ώπλιζε με ελπίδα, με υπομονή και θυσία πνευματική.
Η Εκκλησία διεδραμάτισεν σπουδαιότατον μέρος κατά τον μακραίωνα αγώνα της Παλιγγενεσίας, ένθεν μεν ποιμένουσα και διδάσκουσα, ένθεν δε ενεργώς μετέχουσα, και εν πολλοίς ηγουμένη των εθνικών εξεγέρσεων (Δ.Σ. Μπαλάνος).
Η Εκκλησία που κρύβει μέσα της και θάλπει το ελληνικό έθνος, ήταν αναγκασμένη, εκ των πραγμάτων, να σηκώνει σαν άλλον Κυρειναίον δυο βάρη. Πρώτα το δικό της, και κατόπιν του έθνους. Ποτέ όμως διαμαρτυρομένη και γογγύζουσα. Υποχρεωμένη να κηρύττη και να ομολογή δυο ‘‘ΑΝΑΣΤΑΣΕΙΣ’’. «Του Ιησού Χριστού, και του ΓΕΝΟΥΣ. Έκαμε την πίστη Πατρίδα, και την Πατρίδα πίστη».
(ο Σερβίων και Κοζάνης Διονύσιος).

Το ενεργότατον μέρος εις τον υπέρ ελευθερίας του Γένους αγώνα έλαβεν η Εκκλησία, και δια των πολεμικών πράξεων των Λειτουργών αυτής, και δια την μεγαλοπρέπειαν των θυσιών εις τον βωμόν της Πατρίδος.
Ο λαός έζη υπό την σκέπην της Εκκλησίας και εν μέσω ερειπίων του ενδόξου παρελθόντος του, με τις αναμνήσεις του, και την ελπίδα της απελευθερώσεως.

‘‘Η Εκκλησία κατασεισθείσα και απειληθείσα δι’ αφανισμού, υπό του εναντίον κυρίως αυτής εξοπολυθέντος κυκλώνος, εκ μέρους του εκμανέντος αιμοσταγούς τυράννου, ουδ’ επί μίαν ημέραν εδειλίασεν, ουδ’ επί μίαν στιγμήν απέλιπεν αυτήν η πίστις επί τον τελικόν θρίαμβον του έθνους. Παρέμεινεν απτόητος και ακλόνητος παραστάτης του δεινώς παλαίοντος έθνους, ουδαμώς δ’ ωρρώδησε αν και ακόμη έβλεπε πλήθος πάμμεγα Ιερέων και Μοναχών της θυσιαζόμενης επί του Ιερού βωμού της εθνεγερσίας’’.
Μ.Δ. Βολονάκης

Ο καθηγητής Δ.Σ. Μπαλάνος τονίζει:‘‘Δεν θέλομεν άθρησκον εθνισμόν, αλλ’ ουδέ άπατριν Χριστιανισμόν… Ευτυχώς το Έθνος μας, το Ελληνικόν και δοξασμένον Έθνος μας, είναι και θα είναι Έθνος Χριστιανικόν, και η Εκκλησία μας, Εκκλησία Εθνική’’.
Η Εκκλησία μας είναι αρρήκτως συνδεδεμένη με το Έθνος, είναι η κολυμβήθρα που μας αναβαπτίζει και μας διδάσκει πάντοτε τα ιδεώδη του Γένους μας.
‘‘Οι Έλληνες ιστορικοί δεν θα κουραστούν ποτέ να απαριθμούν, τας υψίστας υπηρεσίας, τας οποίας προσέφερεν εις το πολυπαθές Έθνος μας, η Ορθόδοξος Ελληνική Εκκλησία. Εκάλυψεν υπό τας πτέρυγας της το ακέφαλον Έθνος μας, όπως ακριβώς η όρνις τους νεοσσούς της. Η Εκκλησία εδέχθη μέγα μέρος των πληγμάτων του έθνους, ώστε η Ορθόδοξος Εκκλησία θα απέθνισκεν, εις την προσπάθειάν της να σώση τους Έλληνες, εάν δεν ήτο αθάνατος, όπως το πνεύμα του Κυρίου, το οποίον την διέπει’’.
Εμμ. Πρωτοψάλτης
‘‘Η Εκκλησία υπήρξε η ζωογόνος και κινητήριος δύναμις της Εθνικής Ανεξαρτησίας. Ο Ιερός Κλήρος από του Πατριάρχου, μέχρι του τελευταίου Διακόνου, μετ’ ακρατήτου ενθουσιασμού προήγαγε το έργον της Επαναστάσεως, και θύμα εαυτόν προσφέρων εις τον βωμόν της Πατρίδος, ης πρωτομάρτυς υπήρξεν ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε’. Εις 6 χιλιάδας υπολογίζει ο Pouqueville τους φονευθέντας κατά την Επανάστασιν Κληρικούς’’.
Χρήστος Ανδρούτσος

Αξία λόγου είναι η Επαναστατική προκήρυξις των τριών νήσων Ύδρας, Σπετσών και Ψαρών 1821.
‘‘Η φιλογενεστάτη πατρίς μας βλέπουσα την γενικήν κίνησιν των ομοπίστων ομογενών, εις το να αποσείση τον ασεβή και τυρρανικόν ζυγόν, εκινήθη και αυτή με όλας της τας δυνάμεις. Ύψωσε με ιεράν και δημοσίαν τελετήν την πανευφρόσυνον σημαίαν της Ελευθερίας του γένους των ευσεβών και Ορθοδόξων Χριστιανών.
‘‘Άνδρες θείοι, μεσίται Θεού και ανθρώπων, γίνετε τώρα συνελευθερωταί. Ενδύσασθε την πανοπλίαν του Ουρανίου Βασιλέως και τα επίγεια όπλα ομού, κατά των βλασφημούντων το Πανάγιον Όνομα του Υψίστου’’.
‘‘Αι ιεραί χείρες σας, αι ευλογούσαι τους Ορθοδόξους Χριστιανούς, ας λάβωσιν τώρα μάχαιραν και πυρ κατά των τυραννούντων τους Ορθοδόξους…’’
(Δίπτυχα του Νέου Ελληνισμού σελ. 85)
‘‘Η μήτηρ μας Ελλάς, εκ της οποίας και υμείς εφωτίσθημεν, απαιτεί όσον τάχος την φιλάνθρωπον συνδρομήν και διά χρημάτων και διά όπλων και δια συμβουλήν, της οποίας εσμέν ευέλπιδες ότι θέλομεν αξιωθή και ημείς θέλομεν σας ομολογεί άκραν υποχρέωσιν, και εν καιρώ θέλομεν δείξει εμπράκτως την υπέρ της συνδρομής σας ευγνωμοσύνης μας.

Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και η Μεσσηνιακή Γερουσία
Καλαμάτας προς τάς Ευρωπαϊκάς αυλάς.
(Δίπτυχα του Νέου Ελληνισμού σελ. 51)

Το 1821 είναι ιδέα, είναι η αιώνια έκφρασις της Ελληνικής ψυχής, μιας ψυχής που αγαπά την ελευθερία και θυσιάζεται για αυτήν.
Το 1821 είναι αναντήριτα μια από τις αιώνιες και χιλιοτρα-γουδισμένες επάλξεις του Ελληνισμού, μέσα στην μακραίωνη ιστορία του. Είναι ένα φωτεινόν ορόσημον και ένας οδοδείκτης για τις επερχόμενες γενιές.
Το 1821 είναι ένας σταθμός της ιστορίας, που υψώθη από χωρίς πείρα Κληρικούς, και από αγραμμάτους ‘‘κλέφτες και αρματωλούς’’ και ένα πλήθος ταλαιπωρημένο και ανοργάνωτο, έχοντας όμως την θερμουργό πίστη στην ελευθερία ως δυνατό του όπλο.
Το 1821 κλείνει μέσα του το μεγαλειώδες ύψος της Ελληνικής Επαναστάσεως.
Το 1821 είναι και θα παραμείνει η υψηλοτέρα κορυφή της ιστορίας του ταλαιπωρημένου εκείνου λαού, και φώτισε την ανθρωπότητα με το παράδειγμά του.
Το έτος 1821 συγκέντρωσε, συμπύκνωσε την σύμπραξιν, πάτριον κτίριον οικοδομήθη, ερρίχθησαν τα θεμέλια. (Γεώργιος Τερτσέτης, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, σελ. 263).‘‘Το Ελληνικόν Έθνος, δια να αποφύγη το άτιμον της δουλείας, και δια να απολαύσει τον έπαινον των ελευθέρων ανδρών, εμβήκε εις τον πολύδακρυν αγώνα’’.
Γράφει ο Γεώργιος Τερτσέτης: ‘‘Εξέτασα τις ιστορίες, εσυμβουλεύτηκα με πολύ καλύτερούς μου, δεν ηύραμεν εις τα μεγάλα κατορθώματα των Εθνών, πνεύμα τόσον άδολον, μεστό καλού, θείον, όσον το πνεύμα του κινήματος της 25ης Μαρτίου του έτους 1821.
‘‘Πως άσωμεν την ωδήν του Κυρίου επί γης αλλοτρίας!’’, θρηνολογούσαν εις την δουλείαν οι χήρες των Ελλήνων. Η Ελληνική γη είχε γίνει ξένη, πάγξενη δια τα τέκνα της πως να δοξολογήσωμεν τον Ύψιστον; Πως να στήσωμεν τρόπαια αρετής εις γην δουλοσύνης; Πατρίδα ζητούσαν να οικοδομήσουν και ο Πατριάρχης, και ο Κολοκοτρώνης, και ο Υψηλάντης εις τα συμβούλιά των.
Ξεσικωμόν εις τον υπόδουλον Ελληνικόν λαόν επέφερε ο ΘΟΥΡΙΟΣ ΤΟΥ ΡΗΓΑ.
Ο θλιβερός ήχος των αλυσίδων, που έσερνε ο ραγιάς, έφτανε σαν μακρυνός στις Ηγεμονίες. Το ακουστικό τύμπανο του Ρήγα, που όσο μακρυά κι αν βρισκόταν, από το κέντρο της εξουσίας του Σουλτάνου, τις άκουγε να σέρνονται, και δεν τον άφηναν να κοιμηθεί (ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ σελίς 150).
Ο Ρήγας ο Βελεστινλής (Βελεστίνος, αρχαίες, φερές στα 1757) ή Αντώνιος Κυριαζής το πραγματικό του όνομα, ο μεγάλος αυτός πρόδρομος της Λευτεριάς των Ελλήνων, δεν έπεσε σαν ήρωας σε μάχη, με το σπαθί στο χέρι, όπως το είχε ονειρευτεί, όμως φόρεσε για την Πατρίδα το στεφάνι από αγκάθια του πρωτομάρτυρα.
Κι αν το κουφάρι του, το πήρε και το άφάνισε το ρέμα του ποταμού Δούναβη, όταν στραγγαλισθείς με τους συντρόφους του από τους Τούρκους, το έργο του έζησε, ζει και θα ζει, κήρυγμα και τραγούδι.
ΘΟΥΡΙΟΣ

‘‘Ελάτε μ’ ένα ζήλο σε τούτον τον καιρόν, να κάμωμεν το όρκον επάνω στον Σταυρόν, συμβούλους προκομμένους, με πατριωτισμόν, να βάλωμεν εις όλα να δίδουν ορισμόν οι νόμοι ναν ο πρώτος και μόνος οδηγός, και της πατρίδος ένας να γίνει οδηγός’’.

Ως πότε παλικάρια,
να ζούμε στα στενά,
μονάχοι σαν λιοντάρια,
στις ράχες, στα βουνά……

Κάλλιο ‘ναι μιας ώρας
ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια
σκλαβιά και φυλακή.
Σουλιώτες και Μανιάτες,
λιοντάρια ξακουστά,
ως πότε στις σπηλιές σας,
κοιμάστε σφαλιστά……

‘‘Πως οι προπάτορές μας ωρμούσαν σαν θεριά, για την Ελευθερίαν, πηδούσαν στη φωτιά, έτζι κ’ εμείς αδέλφια, ν’ αρπάζωμεν για μια τ’ άρματα, και να βγούμε απ’ την πικρή σκλαβιά….’’
Οι στίχοι αυτοί είναι από τον ΘΟΥΡΙΟΝ, ΜΙΑ ΠΡΟΣΤΑΓΗ ΜΕΓΑΛΗ (ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ, Σπύρος Μελάς σελ. 112).
Η χριστιανική πίστις και η Ελληνική Πατρίς, απέβησαν το σύνθημα της μεγάλης Επαναστάσεως του 1821. δεν υπελείφθησαν οι Κληρικοί (Επίσκοποι, Πρεσβύτεροι, Διάκονοι, μοναχοί) ηρωικώς αγωνισθέντες υπό την σημαίαν του Σταυρού, και ευκλεώς πεσόντες εις τα πεδία των μαχών, και όντως συντελέσαντες εις την διεξαγωγήν και επιτυχή έκβασιν του μεγάλου και ιερού αγώνος.

‘‘Μητέρα τιμάν των οσίων,
Μήτηρ δε άλλη μεν άλλου,
κοινή δε πάντων πατρίς’’.
Γρηγόριος Θεολόγος

Πλέον από χαρακτηριστικά είναι κάποια γεγονότα εις την αρχήν της Ελληνικής Επαναστάσεως. Εις την προκήρυξιν του ο Αλέξανδρος Υψηλάντης της 24ης Φεβρουαρίου 1821, προβάλλει ως σύμβολον των όπλων του Αγώνος τον Τίμιον Σταυρόν, και συνδέει την ελευθερίαν προς την θυσίαν.
«……….. εν τούτω το σημείον νικώμεν. Ζήτω η ελευθερία!»

Εις τας 22 Μαρτίου 1821, εις την πλατείαν των Πατρών, ο Επίσκοπος Γερμανός), ύψωσεν τον Σταυρόν του όρκου της Επαναστάσεως. Εις αυτόν ωρκίζοντο το ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ οι ΑΓΩΝΙΣΤΑΙ.
Την ίδιαν ή και την επομένην, η Ελληνική επαναστατική αρχή του Αγώνος, έστειλεν το πρώτον της έγγραφον εις τους Πρόξενους των Ευρωπαϊκών Κρατών, το οποίον αρχίζει με τις λέξεις:
«Ημείς, το Ελληνικόν έθνος των χριστιανών, βλέποντες ότι μας καταφρονεί το οθωμανικόν γένος και σκοπεύει όλεθρον εναντίον μας, πότε μ’ ένα και πότε μ’ άλλον τρόπον, απεφασίσαμεν σταθερώς, ή ν’ αποθάνωμεν όλοι ή να ελευθερωθώμεν και τούτο ένεκα βαστούμεν τα όπλα εις χείρας, ζητούντες τα δικαιώματά μας. Όντες λοιπόν βέβαιοι, ότι όλα τα χριστιανικά Βασίλεια γνωρίζουν τα δίκαιά μας, και όχι μόνον δεν θέλουν μας εναντιωθή, αλλά και θέλουν μας συνδράμει, και ότι έχουν εις μνήμην ότι οι ένδοξοι πρόγονοί μας εφάνησαν ποτέ ωφέλιμοι εις την ανθρωπότητα, δια τούτο ειδοποιούμεν την εκλαμπρότητά σας και σας παρακαλούμεν να προσπαθήσετε, να ήμεθα υπό την εύνοιαν και προστασίαν του μεγάλου τούτου κράτους».

Π. Πατρών Γερμανός, προς τους εν Πάτραις Προξένους
των ξένων επικρατειών (22 ή 23 Μαρτίου 1821).

‘‘17 Μαρτίου 1821. Ασημάκης Ζαΐμης (εν Αγία Λαύρα) … Δεν μένει άλλο, παρά η άμεση κήρυξις της Επαναστάσεως. Ας αναπαυθώμεν απόψε, και αύριον εις την Εκκλησίαν αφού μεταλάβωμεν των Αχράντων Μυστηρίων, ας προσευχηθώμεν όλοι εις την Αγίαν Παναγίαν, και εις τον Άγιον Αλέξιον, να μας βοηθήσουν εις τον άνισον αγώνα, εις τον οποίον αποδυόμεθα’’.

23 Μαρτίου 1821.

Κρυφά το λένε τα πουλιά κρυφά το λεν’ τ’ αηδόνια
κρυφά το λέει ο Γούμενος από την Άγια Λαύρα,
παιδιά για μεταλάβετε για ξομολογηθείτε,
δεν ειν’ ο περσινός καιρός κι ο φετινός χειμώνας,
μας ήρθ’ η άνοιξη πικρή το καλοκαίρι μαύρο,
γιατί σηκώθη πόλεμος και πολεμούν τους Τούρκους,
να διώξουμ’ όλη την τουρκιά ή να χαθούμε ούλοι».
Δημοτικό

«Ο Θρυλικός Γέρος του Μοριά
Θεόδωρος Κολοκοτρώνη

Διαχρονικά τα λόγια του Γέρου του Μοριά Ο Κολοκοτρώνης κατεσκεύασε δυο σημαίας με τον Σταυρόν ως μόνον έμβλημα, και εξεκίνησεν ταχύτατα με την μικράν εκείνην δύναμιν δια τόσον μεγάλην επιχείρησιν. Ήτο συγκινημένος.‘‘Κινώντας εγώ, γράφει στα απομνημονεύματά του, είχαν μίαν προθυμίαν οι Έλληνες, όπου όλοι με τας εικόνας, έκαναν δέησι και ευχαριστήσεις. Μου ήρχετο τότε να κλαύσω…. από την προθυμίαν που έβλεπα. Ιερείς έκαναν δέησι. Εις τον ποταμόν της Καλαμάτας ανασπαστήκαμε και εκινήσαμε’’.
Διον. Κόκκινος

Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης εις τα απομνημονεύματά του σημειώνει: ‘‘Η Επανάσταση η εδική μας δεν ομοιάζει με καμμίαν από όσες γίνονται εις την σήμερον Ευρώπην. Της Ευρώπης η Επανάσταση εναντίον των διοικήσεων των, είναι εμφύλιος πόλεμος. Ο εδικός μας πόλεμος, ήταν ο πλέον δίκαιος, ήταν Έθνος με άλλο Έθνος, ήταν με έναν λαόν, όπου ποτέ δεν ηθέλησε να αναγνωρισθή ως τοιούτος, ούτε να ορκισθή, παρά μόνο ότι έκαμνε η βία. Ούτε ο Σουλτάνος ηθέλησε να θεωρήσει τον Ελληνικόν λαόν, ως λαόν, αλλ’ ως σκλάβους.
Μιαν φοράν, όταν επήραμε το Ναύπλιο, ήρθε ο Άμιλτον να με ειδή. Μου είπε ότι: «Πρέπει οι Έλληνες να ζητήσουν συμβιβασμό, και η Αγγλία να μεσιτεύσει». Εγώ του αποκρίθηκα ότι: «Αυτό δεν γίνεται ποτέ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ή ΘΑΝΑΤΟΣ». Εμείς καπετά Άμιλτον, ποτέ συμβιβασμό δεν εκάμαμε με τους Τούρκους.
‘‘Ο Θεός υπέγραψε τη λευτεριά της Ελλάδας και δεν παίρνει πίσω την υπογραφή του’’.
Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Οι αγωνισταί του ’21, δεν διέθεταν τις στρατιές του Δράμαλη και του Κιουταχή, είχαν όμως ενσφινωμένο μέσα στην καρδιά τους το ‘‘εθνεγερτηριον σάλπισμα του Ρήγα’’.Έτσι βρόντησε το καριοφύλι στο Βαλτέτσι, Δολιανά, Τρίκορφα, Αλαμάνα, Ζάλογγο, Σούλι, Γραβιά, Δραγατσάνι, Δερβενάκια, Μανιάκι.

Share This:

Αφήστε μια απάντηση

Η ιστοσελίδα χρησιμοποιεί cookies για την ευκολία της περιήγησης. Με τη χρήση της αποδέχεστε αυτόματα την χρήση των cookies. Πληροφορίες

The cookie settings on this website are set to "allow cookies" to give you the best browsing experience possible. If you continue to use this website without changing your cookie settings or you click "Accept" below then you are consenting to this.

Close